Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Η ελεγεία των αδερφών, Γ.Φ. Βαφόπουλος


Όταν βγαίνω το βράδυ στο ξάγναντο τούτο,
να προσμένω τ' αδέρφια μου νάρθουν που φύγαν,
των βημάτων σου ακούω το περπάτημα
στο ρυθμό των δικών μου βημάτων
Γεννήθηκε το 1903 στη Γευγελή της τότε Γιουγκοσλαβίας. Μαθήτευσε στην Αστική Σχολή Γευγελής. Μετά το τέλος του Β' Βαλκανικού Πολέμου η οικογένεια Βαφόπουλου εκπατρίστηκε και ο ποιητής έζησε στην Έδεσσα, το Φανό, τη Γουμένισσα και τελικά στη Θεσσαλονίκη, όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο (1917-1924). Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1921 με δημοσιεύσεις ποιημάτων του στα περιοδικά «Σφαίρα» (Γυναίκα) και «Νουμάς» (Ελεγείο στους αδικοσκοτωμένους). Το 1923 επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Αθήνα, γράφτηκε στη Μαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε ως αντιγραφέας στη Μεγάλη Γραμματική της Ελληνικής Γλώσσης του Γ. Χατζιδάκη. Επέστρεψε τη Θεσσαλονίκη λόγω προβλημάτων υγείας και το 1924 ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού «Μακεδονικά Γράμματα», από κοινού με τον Κ. Κόκκινο. Τότε γνωρίστηκε με την μετέπειτα (1931) σύζυγό του και επίσης ποιήτρια Ανθούλα Σταθοπούλου (που πέθανε το 1935). Το 1938 ίδρυσε τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης (την οποία διηύθυνε ως το 1963). Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής αποσπάστηκε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Αθήνας, όπου γνωρίστηκε με τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο, τον Γιώργο Θέμελη (με τους οποίους συνδέθηκε στενά), τη Γαλάτεια Καζαντζάκη, τον Καίσαρα Εμμανουήλ, το Στέλιο Ξεφλούδα, τον Τάσο Αθανασιάδη, τον Τέλλο Άγρα, και άλλους λογοτέχνες. Το 1983 με δωρεά του ποιητή και της Αναστασίας (δεύτερης συζύγου του) ιδρύθηκε το Βαφοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης. Πέθανε το 1996 στη Θεσσαλονίκη.

Είναι υποστηρικτής του μοντερνισμού και η ποίηση του διακρίνεται από τον ελεύθερο στίχο, το καθημερινό λεξιλόγιο, την ακανόνιστη στίξη, την πολυσημία, τους προβληματικούς τίτλους, που δεν προσδίδουν αμέσως το περιεχόμενο του ποιήματος, και από τη δραματικότητα. Όλα αυτά βεβαία ήταν εντελώς αντίθετα από τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής ποίησης.

Τα χαρακτηριστικά του μοντερνισμού φαίνονται και στο ποίημα του «Η ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΩΝ ΑΔΕΡΦΩΝ».
Στο ποίημα δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία, το λεξιλόγιο είναι απλό και κατανοητό με πολλές ωστόσο απρόσμενες και λίγο δυσνόητες συνδέσεις λέξεων καθώς και λίγες μεταφορές και παρομοιώσεις. Και αυτό το ποίημα έχει δραματικό τόνο αφού αναφέρεται στον πόνο που νιώθει ο ποιητής από την απώλεια των ανθρώπινων ζωών κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου. Ο ποιητής λέγοντας αδελφούς εννοεί τους συνανθρώπους του και φίλους του που χάθηκαν σε αυτό το πόλεμο και νιώθει αρκετά έντονα την απουσία τους.
Στις 2 πρώτες στροφές του ποιήματος επικρατεί το α’ και το β' ενικό πρόσωπο, κάνοντας ένα μονότονο διάλογο με τον Θεό, πιστεύοντας πως θα χαλαρώσει και θα αποκτήσει τη δύναμη να βγει από το δράμα στο όποιο ζει. Στη 3η στροφή θα μπορούσαμε να πούμε ότι δείχνει σχεδόν σίγουρος ότι στο πρόσωπο του Θεού βρήκε την δύναμη και την υποστήριξη που αποζητούσε αφού τον παρομοιάζει με τη στέγη που σκεπάζει το σπίτι του και τη φωτιά που πηγάζει από το τζάκι. Όμως στη τελευταία στροφή του ποιήματος χρησιμοποιώντας μια εμφανή αντίθεση συνειδητοποιεί ότι τίποτα δεν είναι ικανό για να καλύψει το κενό που του δημιούργησε η απώλεια των 'αδελφών' του.
Από το μαθητή Αχιλλέα Τρ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: