«Γεννήθηκα στην Καλαμαριά το 1940, λίγο πριν από τον πόλεμο, σ’ ένα προσφυγικό γκέτο. Τα σπίτια ήταν ανύπαρκτα, μια και η καλή της μεριά ήταν η χειρότερη πλευρά της Θεσσαλονίκης, η άγονη, που άρχιζε από τις παλιές αποθήκες κι έφτανε στο τέλος της Γεωργικής Σχολής. Θάλαμοι ήταν τότε τα σπίτια μας, και αντίσκηνα… Η πρώτη γενιά των Ποντίων. Εγώ μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι του λεγόμενου εποικισμού - τα τούβλα τα παρασκεύαζαν στην ίδια την Καλαμαριά, με νερό από τη θάλασσα. Τα τούβλα λιώνανε πολύ γρήγορα, αφού το νερό ήταν αλμυρό, κι έτσι αναγκαστήκαμε για δύο χρόνια να μείνουμε σε σκηνή. Νερό δεν υπήρχε, παρά μόνο μια βρύση, από την οποία παίρναμε όλοι στη γειτονιά τη δική μας – ανά γειτονιές χωριζόμαστε. Ηλεκτρικό δεν υπήρχε, όπως δεν υπήρχε ούτε ένα μέτρο ασφαλτοστρωμένου δρόμου. Καταλαβαίνετε πόσο δύσκολα ήταν, ειδικά τον χειμώνα. Παρ’ όλα αυτά, οι γονείς οι δικοί μας μετατρέψανε πάρα πολύ γρήγορα αυτή την άγονη γη σ’ ένα καταπράσινο τοπίο. Λουλούδια, σπίτια, χτιστήκανε πάρα πολύ γρήγορα από τα χέρια των Ποντίων και η Καλαμαριά πήρε αυτό το όμορφο χρώμα που τόσο νοσταλγούμε όσοι μεγαλώσαμε σε αυτήν».
Εφηβικούς ήρωες δεν είχε. Είχε όμως ένα θερινό σινεμά, τον Θερμαϊκό, που τώρα έχει γίνει σούπερ μάρκετ. «Αυτά μας έτρεφαν. Οι ήρωες του κινηματογράφου, ο Σαρλό, ο Χοντρός και ο Λιγνός, και μετέπειτα οι ταινίες του κλασικού κινηματογράφου που μας έκανε να ελπίζουμε σ’ έναν κόσμο καλύτερο. Εγώ έκανα μιμήσεις, πολύ καλές μιμήσεις. Μπορούσα να μιμηθώ από τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ μέχρι τον Έρολ Φλιν. Οι ήρωές μας ήταν όλοι αυτοί, με αποκορύφωμα τον σπουδαίο, τον μεγάλο, τον ανεπανάληπτο Τζέρι Λούις, που μας συντρόφευε σε όλες τις παρέες και τα παιδικά πάρτι».
Όταν όλοι ήθελαν να γίνουν ναυτικοί και ονειρευόντουσαν μεγάλα, θαλασσοδαρμένα ταξίδια, «πεταλουδίτσες», ουίσκια και αλητείες στα λιμάνια, αυτός ονειρευόταν να γίνει γιατρός.
« Ήθελα ή να γίνω γιατρός ή να έχω ένα βενζινάδικο στην εξοχή ή μια μικρή φάρμα κάπου. Αλλά την ίδια εποχή με είχε μαγέψει η ποίηση. Με ανακάλυψε και ο Οικονομίδης σ’ έναν διαγωνισμό ταλέντων κι έτσι αποφάσισα να κατέβω στην Αθήνα. Δεν ήθελα, όμως, να γίνω ηθοποιός. Τότε έγραφα συνέχεια, σκεφτόμουν να γίνω και συγγραφέας ή ζωγράφος. Μεγάλωσα μέσα στη μαγεία των χρωμάτων λόγω του πατέρα μου, που ήταν ζωγράφος, και νομίζω πως η ζωγραφική και η ποίηση είναι οι ωραιότερες διαφυγές που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος. Για να είμαι ειλικρινής, πρώτα είναι η ποίηση και η ζωγραφική και μετά το θέατρο, που δεν είναι μοναχικό, αλλά έχει τη μαγεία της επικοινωνίας».
Στην Αθήνα ο Χάρρυ θα περιοδεύσει σαν φτωχοδιάβολος, στα καμπαρέ και τα αναψυκτήρια της εποχής. Μια γκαζόζα στο χέρι, ένα νούμερο, καμιά εικοσαριά άτομα από κάτω. Γέλια, πολλά γέλια. Δημιουργούσε ατμόσφαιρα. Το ένστικτό του τον οδηγούσε στο τι ήθελε ν’ ακούσει ο κόσμος, με τι γελούσε. Στα καμπαρέ της εποχής θα ανακαλύψει τους μίμους, τους κλόουν, όλο αυτό τον περιθωριακό θίασο που τον ενέπνεε, του έδινε τα εφόδια για να γράψει πράγματα δικά του. Παρόλο που θα κάνει δύο ταινίες στο ελληνικό σινεμά (το Γάμος αλά Ελληνικά και τα 201 Καναρίνια), θα πάρει την απόφαση να πάει στην Αμερική και στον Καναδά - για μία ολόκληρη δεκαετία.
«Η ζωή και ο χρόνος με δικαίωσαν. Έψαχνα μια ευκαιρία να φύγω για την Αμερική. Ήταν να πάω στον Καναδά για δουλειά δυο μέρες, τελικά οι δυο μέρες έγιναν δέκα χρόνια. Ούτε τα αγγλικά μου ήταν εκείνα που ξέρει κάποιος που έχει μελετήσει, ούτε Google υπήρχε, παρ’ όλα αυτά κατάφερα και δούλευα σε μέρη όπως το Jackson Place στο Ντιτρόιτ, όπου γνώρισα μεγάλους καλλιτέχνες. Δουλεύαμε σε μέρη όπου το ποτό έκανε 25 ευρώ… Για να κάνεις stand up πρέπει να γράφεις κείμενα ο ίδιος ή να βρεις κάποιον με καλά κείμενα να σου δίνει. Δούλευα με διάφορα ονόματα, σπουδαίους κωμικούς, αλλά άγνωστους στην Ελλάδα. Αν το πιστεύετε, ένας από αυτούς ήταν εκείνο το τέρας της τέχνης, ο Γούντι Άλεν».
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974, στην αρχή της Μεταπολίτευσης. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Αριστερός από ρίζα μεν, σχεδόν Ελληνοαμερικάνος πια, δε. Με τι γελούσε ο κόσμος στην Ελλάδα τότε; Με τον «γύψο» του Παπαδόπουλου και τις τύπου ριφενσταλικές εκδηλώσεις (με επίφαση βλαχιάς και concept ψήνουμε και μερικά αρνιά στο ταρτάν υπό τους ήχους κλαρίνων) στο Καλλιμάρμαρο ή με τη νέα διαφαινόμενη πολιτικοκοινωνική κατάσταση;
«Είχα ζήσει σε μεγάλες πόλεις, στο Μόντρεαλ, στη Νέα Υόρκη, και ενώ αγαπούσα πάντα την Ελλάδα, δεν μπορούσα να καταλάβω με τι γελούσανε, γιατί γελούσανε, τη σάτιρα, τα αστειάκια των επιθεωρήσεων που είχαν πια εκφυλιστεί. Η Ελλάδα είχε πάει πολύ πίσω για δέκα χρόνια, πράγμα το οποίο βέβαια ήταν φυσιολογικό, λόγω της παρουσίας της χούντας».
Και μετά, η «Αλλαγή» του 1981, το ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας, το λάκτισμα του αφέτη για την αρχή του κακού, όπως αποδεικνύεται. Αυτό που βιώνουμε τώρα ο Χάρρυ το ήξερε από τότε. Ήταν ένας προφήτης, μα τι προφήτης... Σαν τους Μόντι Πάιθον, που τόσο τους γουστάρει.
« Ήμουν ο μόνος που είχε πει, στο “Αλλαγή και πάσης Ελλάδος” το ’83: “Δεν ξέρω τι θα συμβεί, αλλά αρχίζει μεγάλο κακό για την Ελλάδα, τείνει να γίνει μια χώρα συνδικαλιστών και δημόσιων υπαλλήλων… Δεν ξέρω αν θα ζει σε δέκα χρόνια ο Παπανδρέου, αλλά είμαι σίγουρος πως θα έχουμε μια χώρα πτωχευμένη κι έναν λαό στο τέρμα της πολιτικής εξαθλίωσης”. Έκανα μεγάλο αγώνα για την Αριστερά.
Αυτή που έζησα εγώ, η Αριστερά του ΚΚΕ και των ανανεωτών, είναι πάρε τον έναν και χτύπα τον πάνω στον άλλον. Δεν μπόρεσε ποτέ να εκσυγχρονιστεί. Όχι για να γίνει αστικό κόμμα, κανείς δεν της το ζήτησε αυτό, αλλά για να καταλάβει τι έχει ανάγκη ο λαός και τι ακριβώς έρχεται. Έγινε ένα δεκανίκι του ΠΑΣΟΚ. Έχει τεράστιες ευθύνες, και με αυτό το κόλπο της αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης ένα τεράστιο κύμα των λεγόμενων κομμουνιστών μπήκε στις τάξεις του ΠΑΣΟΚ που στέγασε αντιστασιακούς κανονικούς, αντιστασιακούς δήθεν, φασίστες, κομμουνιστές, δημιούργησε αυτό το κράτος ντροπής που μας έφτασε εδώ που μας έφτασε. Η ανανεωτική Αριστερά ήταν εξίσου υπεύθυνη για όσα συνέβησαν και όσα συμβαίνουν. Προσπαθούσε πάντα να αντιγράψει παρωχημένα ευρωπαϊκά μοντέλα, χωρίς να προσαρμόσει τη μαρξιστική ιδεολογία σε αυτό που πραγματικά χρειαζόταν ο λαός».
- Στην νέα σας παράσταση εμφανίζεστε ως Χάρι Πότερ; Έχετε δει τις ταινίες;
- Α, μα δεν έχω δει κανένα Χάρι Πότερ. Ούτε τα βιβλία έχω διαβάσει!
Απόσπασμα από το lifo:http://www.lifo.gr/mag/columns/5060
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου