Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Μελισσάνθη


Στὴ νύχτα ποὺ ἔρχεται...

Ξεκινᾶμε ἀνάλαφροι καθὼς ἡ γύρη
ποὺ ταξιδεύει στὸν ἄνεμο
Γρήγορα πέφτουμε στὸ χῶμα
ρίχνουμε ρίζες, ρίχνουμε κλαδιὰ
γινόμαστε δέντρα ποὺ διψοῦν οὐρανὸ
κι ὅλο ἁρπαζόμαστε μὲ δύναμη ἀπ᾿ τὴ γῆ
Μᾶς βρίσκουν τ᾿ ἀτέλειωτα καλοκαίρια
τὰ μεγάλα κάματα.
Οἱ ἄνεμοι, τὰ νερὰ
παίρνουν τὰ φύλλα μας.
Ἀργότερα
πλακώνουν οἱ βαριὲς συννεφιὲς
μᾶς τυραννοῦν οἱ χειμῶνες κι οἱ καταιγίδες
Μὰ πάντα ἀντιστεκόμαστε,
ὀρθωνόμαστε
πάντα ντυνόμαστε μὲ νέο φύλλωμα
Ὡσότου, φτάνει ἕνας ἄνεμος παράξενος
-κανεὶς δὲ ξέρει πότε κι ἀπὸ ποὺ ξεκινᾶ-
μᾶς ρίχνει κάτω
μ᾿ ὅλες μας τὶς ρίζες στὸν ἀέρα.
Γιὰ λίγο ἀκόμα μὲς στὴ φυλλωσιά μας
κάθεται κρυμμένο
-νὰ πεῖ μία τρίλια του στὴ νύχτα ποὺ ἔρχεται-
ἕνα πουλί.

Αν υπάρχει ένα πράγμα που μας ώθησε στην επιλογή αυτού του ποιήματος, αυτό είναι το όνομα της δημιουργού του. Η Μελισσάνθη, η οποία μέχρι χθες ήταν άγνωστη σε μας, είναι ποιήτρια που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1907. Το πραγματικό της όνομα είναι Ήβη Κούγια-Σκανδαλάκη και σπούδασε γαλλική και γερμανική φιλολογία στο Γαλλικό Ινστιτούτο και στην Abendschule Αθηνών αντίστοιχα και φοίτησε στην προπολεμική Δημοσιογραφική Σχολή Αθηνών. Ασχολήθηκε επίσης με την αγγλική γλώσσα, τη μουσική, τη ζωγραφική και το χορό. Εργάστηκε ως καθηγήτρια γαλλικών σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία και ως δημοσιογράφος. Το 1932 παντρεύτηκε τον Ιωάννη Ν. Σκανδαλάκη, δικηγόρο, πολιτικό και συγγραφέα φιλοσοφικών πραγματειών. Συνεργάστηκε σε λογοτεχνικές και θεατρικές εκπομπές του Ελληνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (1945-1955), ήταν μέλος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς (1961-1972), της επιτροπής Κρατικών Βραβείων (1969-1975), του Κύκλου για το παιδικό βιβλίο (1969-1971). Πέθανε στην Αθήνα το 1990. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1930 με την έκδοση της ποιητικής συλλογής Φωνές εντόμου και το 1931 κυκλοφόρησε τη λιθογραφημένη ποιητική συλλογή Προφητείες, η οποία αποτέλεσε το λογοτεχνικό γεγονός της χρονιάς. Η ποίηση της Μελισσάνθης τοποθετείται στο χώρο του υπαρξισμού και της μεταφυσικής αγωνίας. Ξεκίνησε να γράφει ποίηση στα πλαίσια της παραδοσιακής στιχουργικής και οδηγήθηκε σταδιακά προς τον ελεύθερο στίχο (από το 1945), επιλογή που οδήγησε και σε μια ανάλογη ανανέωση των θεματικών και γλωσσικών της επιλογών. Ασχολήθηκε επίσης με το φιλοσοφικό δοκίμιο και τις λογοτεχνικές μεταφράσεις. 
Τιμήθηκε με τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών (1936), την Εύφημο Μνεία Βραβείου Παλαμά, το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1965), το Παράσημο Χρυσούς Σταυρός Τάγματος Εποποιίας, το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976), το Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη, το Βραβείο Μεταφραστών, το Μετάλλιο Δήμου Πειραιώς και το Αργυρούν Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. 
Άλλος ένας λόγος που επιλέξαμε το έργο αυτό είναι ο τίτλος του, μυστηριώδης και απλός που μας κέντρισε όμως το ενδιαφέρον για να διαβάσουμε το ποίημα. Έχοντας κάνει ανάγνωση του κειμένου και κατανοώντας τα ουσιαστικότερα νοήματα ικανοποιηθήκαμε πλήρως από την επιλογή μας. Αν και απλό, το ποίημα κρύβει βαθύτερα νοήματα κάνοντας λόγο για τη ζωή του ανθρώπου από τη μέρα της γέννησής του μέχρι και το θάνατό του. 
Το κείμενο αποτελείται από 19 στίχους, οι οποίοι δε συνδέονται με κάποια ομοιοκαταληξία, στο περιεχόμενο το οποίων γίνεται ένα πέρασμα της ανθρώπινης ζωής. Το ποίημα ξεκινάει με τη γέννηση του ανθρώπου και τον ερχομό του στη ζωή,  κάνει λόγο για τις δυσκολίες και τις κακουχίες που αντιμετωπίζει και καταλήγει στο τέλος του επίγειου βίου του. Αυτό γίνεται μέσω έντονης χρήσης συνυποδηλωτικής γλώσσας (παρομοιώσεις, μεταφορές) και διαφόρων εκφραστικών μέσων όπως οι πολλές και πλούσιες εικόνες. Η ποιήτρια χρησιμοποιεί πρώτο πληθυντικό πρόσωπο και με τρόπο απλό προσπαθεί να περάσει ένα αισιόδοξο μα συνάμα απαισιόδοξο μήνυμα. Ναι μεν γεννιόμαστε και ζούμε, ξεπερνάμε τις δυσκολίες και προχωράμε, αλλά όλοι έχουμε το ίδιο αναπόφευκτο τέλος, το θάνατο. 

Νίκος - Αχιλλέας - Ελιάνα - Ευαγγελία 
Εργασία μαθητών της Β Λυκείου

Δεν υπάρχουν σχόλια: