Βλέπω στα πρόσωπα γύρω μου ότι αρχίζουν να μην έχουν παρελθόν. Τα ξεχάσαμε όλα, δυστυχώς και τα καλά μας, γιατί είχαμε προτερήματα. Τα έζησα, τα θυμάμαι. Υπήρχε αίσθημα που σπαρταρούσε. Αν διαψεύστηκε, αν ξεπουλήθηκε, οι ίδιοι φταίνε, όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε. Ως λαός έπρεπε να προχωρήσουμε και να διαγράψουμε παλιές έριδες. Όμως μαζί με αυτά θάψαμε τη μισή μας ζωή. Τώρα η άλλη μισή εκδικείται».
Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο, λέει ο Σταμάτης Φασουλής, μιλώντας για την Ελλάδα που ζήσαμε κι αυτήν που ζούμε, όπως αποτυπώνεται στο καινούργιο έργο του Άκη Δήμου που ετοιμάζει στο θέατρο Χορν.
«Όθων και Ποθούλα». Μια κωμωδία που από τη μια περιγράφει την Αθήνα του 2012 και ύστερα ανατρέχει σ’ εκείνη του 1837, θυμίζοντας όμως και το 1942. Και μαζί, τις αδυναμίες μας. «Το χρέος για τον Έλληνα είναι παράδοση! Αιώνες τώρα, από γενιά σε γενιά», λέει ο Όθων, ένας μεγαλοβιοτέχνης που ξεσπιτώνεται από τα βόρεια προάστια στο προικώο της γυναίκας του στο Κουκάκι.
Εκεί ξεπηδάει όλο το παρελθόν της Ελλάδας. Δεν είναι ακριβώς μια ιστορία της κρίσης, ξεκαθαρίζει ο Σταμάτης Φασουλής. Πιστεύει πως πρέπει να υπάρχει μια απόσταση από τα πράγματα για να τα καταγράψεις σωστά. «Μόνο από την προοπτική της Ιστορίας μπορεί να μιλήσει το θέατρο. Όταν λ.χ. στην αρχαιότητα ήθελαν να μιλήσουν για τον Περικλή, έγραφαν για τον Οιδίποδα». Κι ύστερα, οι περικοπές των συντάξεων δεν είναι οι μόνες που έχουν σημασία. Από τη στιγμή που απαξιώσαμε τη μνήμη και την παιδεία, λέει, μας εκδικήθηκαν. «Επικαλούμαστε συχνά την αρχαιότητα, όμως πόσοι διάβασαν Αριστοτέλη, πόσοι επισκέφθηκαν το Μουσείο της Ακρόπολης ή το Εθνικό Αρχαιολογικό; Τρομάζεις από την αδιαφορία μας. Είχα πάει πριν από δύο χρόνια και τρόμαξα από το περιβάλλον. Ένα μαδημένο πάρκο σε παρακμή και μέσα στο μουσείο το θαύμα, οι κούροι και οι κόρες».
Για γέλια
– Την εποχή του Όθωνα και της Αμαλίας στην οποία αναφέρεται το έργο υπήρχε έντονο το στοιχείο του θαυμασμού στην Ευρώπη. Η πολιτειακή κατοχή από τους Βαυαρούς ήταν επίσημη. Αυτό έχει παραπομπές στο σήμερα;
– Αφήνουμε το κοινό να δει τις ομοιότητες. Σαν έναν εφιάλτη που, αντί για κλάματα, προκαλεί γέλια.
– Χωράει το γέλιο όταν χιλιάδες άνθρωποι ζουν ένα δράμα;
– Δεν νομίζω ότι χωρίς το γέλιο θα σωθούμε. Άλλωστε σε μία από τις χειρότερες ιστορικές στιγμές, όπως το ’40, αυτό που άνθησε εκρηκτικά στο θέατρο ήταν το πλούσιο γέλιο και η επιθεώρηση. Η χαρά ήταν στήριγμα. Σημασία έχει ο τρόπος.
– Αλλάζουν τα πράγματα με τα οποία γελάμε πια;
– Ξέρω πως αν είναι αληθινή η στιγμή, ο κόσμος γελάει. Στη ζωή μας σπάνια γελάμε πια. Όμως, στο θέατρο έρχονται να γελάσουν. Στη ζωή παλεύουν να σταθούν.
– Στις περιόδους κρίσης εντείνονται τα άκρα, πολιτικά και ηθικά. Οι άνθρωποι με αγωγή γίνονται πιο αλληλέγγυοι, ενώ οι άλλοι, πιο επιθετικοί. Το βλέπετε γύρω σας;
– Βλέπω και ανθρώπους με αγωγή να μεταμορφώνονται. Δεν είναι θέμα καλών τρόπων, αλλά ψυχικής ισορροπίας και παιδείας. Συναισθηματικός πλούτος χρειάζεται, κάτι που καταργήσαμε μαζί με την παιδεία. Ο κόσμος, επειδή ενημερώνεται από το κομπιούτερ, νομίζει ότι μορφώνεται. Άλλο η γνώση και άλλο η πληροφόρηση. Και στο Διαδίκτυο υπάρχει μεγάλη ελευθερία, αλλά και καφρίλα. Λάσπη στον ανεμιστήρα.
– Και τάση για διαπόμπευση.
– Γιατί η εικόνα είναι καθεστώς. Ειδικά τα νέα παιδιά είναι διαρκώς με ένα κινητό στο χέρι και βγάζουν φωτογραφίες. Πάνε σε μια συναυλία, σε μια παράσταση, δεν πιστεύουν όμως στα μάτια, αλλά μόνο σ’ αυτό που κατέγραψε το κινητό τους. Εκατομμύρια οθόνες απαθανατίζουν την αλήθεια, την οποία δεν σηκώνει κανείς το χέρι της ψυχής του να την αρπάξει, παρά μόνον το χέρι που κρατάει το κινητό. Πραγματικότητα θεωρούν ό,τι τους δώσει το Ίντερνετ Χρειάζονται χρόνια για να αποκτήσει όλο αυτό τη σοβαρότητα που χρειάζεται.
Δεν πήραμε είδηση
– Πώς αλλάζει ο βαθύτερος τρόπος που νιώθουμε και σκεφτόμαστε, ο ψυχισμός του Ελληνα;
– Νομίζω ότι έχει αλλάξει καιρό πριν και δεν το πήραμε είδηση. Η κρίση άνοιξε την αυλαία και είδαμε όλο αυτό το κατεστραμμένο τοπίο στα νησιά, στην ενδοχώρα, στα χωριά. Μια αντιγραφή του αθηναϊκού κακέκτυπου και των μεγάλων πόλεων. Τους ενοχλεί το χώμα και αντί να βάλουν λουλούδια, επιμένουν στο τσιμέντο. Αρχιτεκτονικά εκτρώματα πνιγμένα στις τρύπες και τα φουγάρα γέμισαν τα Μεσόγεια. Και αναρωτιέσαι, αυτό είναι ο Έλληνας; Πριν από μερικά χρόνια, φίλες με πήγαν σε μια στάνη στη Λάρισα. Δίπλα ήταν ένα ταπεινό σπίτι, σκέτο στολίδι. Και στην αυλή μια σπασμένη μικρή γούρνα, αρχαία μάλλον. Όταν ρώτησα τι είναι, η γυναίκα μου είπε ότι εκεί βάζει νερό να πίνουν τα πουλάκια. «Να τα ιδείς, να κλαις». Με συγκλόνισε η κουβέντα της, όπως και η λιτότητα του χώρου, είχε μια μεγαλοπρέπεια. Και το σπίτι πεντακάθαρο σαν την ψυχή της. Αυτό ήταν ο Έλληνας.
– Τώρα ποιος είναι;
– Εκείνος που έχτισε παράνομη πισίνα στα νησιά δίπλα στη θάλασσα και τώρα τρέχει να την καλύψει. Η μισή Ελλάδα τρέχει να κρυφτεί και η άλλη μισή υποφέρει.
– Στο κέντρο, τα χαμόγελα πράγματι σβήνουν;
– Δεν υπάρχουν χαμόγελα. Ο καθένας είναι έτοιμος να σου ορμήσει για τους δικούς του λόγους και να δικαιολογηθεί ότι περνάει δύσκολα. Πράγματι περνάμε δύσκολα, αλλά όχι μαζί. Περνάει ο καθένας μόνος του και νιώθει όλους τους άλλους υπεύθυνους για τη δική του θέση. Αντί να μας ενώσει αυτή η κρίση, μας χώρισε απελπισμένα. Υπάρχει, επίσης, διάχυτη επιθετικότητα.
– Και στη δεκαετία του ’60 οι άνθρωποι ήταν φτωχοί, οι πολιτικές έριδες ήταν αγριότερες, αλλά αγωνίζονταν για κάτι καλύτερο. Σήμερα;
– Υπήρχε η μεγάλη ελπίδα και κυρίως υπήρχαν μπροστάρηδες του καλού, ενώ σήμερα υπάρχουν πολλοί απαίδευτοι που θέλουν να διατηρήσουν τα κεκτημένα σε επίπεδο σωματείου. Δεν σώζεται η Ελλάδα σε συνδικαλιστικό επίπεδο. Με την άδεια του ΠΑΣΟΚ έγινε κράτος εν κράτει.
– Λένε συχνά πως η πολιτική είναι θέατρο. Τι είδος ρόλων ερμηνεύουν οι αρχηγοί μας;
– Το θέατρο είναι χώρος ποιητικός. Η πολιτική δεν έχει καμία ποίηση. Οι πολιτικοί μας υποδύονται κάθε δευτερόλεπτο αυτό που νομίζουν ότι θέλουν να δουν οι άλλοι στο πρόσωπό τους. Νιώθω άστεγος πολιτικά και πολύ απογοητευμένος.
– Τι δείχνει για τον ψυχισμό μας η άνοδος της Χρυσής Αυγής;
– Σε μια ασταθή περίοδο της δημοκρατίας, όταν βουλιάζει το κέντρο, τα άκρα ξεσηκώνονται. Μεγαλύτερος είναι ο φόβος, παρά η ανησυχία. Φοβάμαι.
Την επανάστασή μου την έκανα όταν έπρεπε
– Τα τελευταία χρόνια, σκηνοθετείτε μεγάλες παραγωγές: την Μαρινέλλα, το «Κλουβί με τις τρελές», το «Τρίτο στεφάνι», τώρα το «Σικάγο». Μοιάζετε δέσμιος πραγμάτων που πριν από μερικά χρόνια θα ειρωνευόσασταν.
— Μπορεί να ειρωνεύομαι και τώρα τον εαυτό μου, αλλά αυτός είναι τρόπος ύπαρξης της ζωής για μένα. Αν δεν σαρκάσω κάτι, δεν μπορώ να το υπηρετήσω. Ύστερα από μια ορισμένη ηλικία κατάλαβα ότι το θέατρο είναι πολύ πιο σημαντικό από τον φανατισμό που είχα απέναντί του. Κατάλαβα, επίσης, ότι αγαπάω όλα τα είδη –«χωρίς αστείαν αιδώ» που λέει και ο ποιητής–, για τη μορφή του είδους. Παλιά, όταν έκανα μεγάλες παραγωγές, είχα τύψεις, τώρα νιώθω χαρά. Ξέρετε, οι ηθοποιοί είναι κάτι πάνω από την οικογένεια και δεν βλέπω την ώρα να έρθω να τους συναντήσω στο θέατρο. Είναι σαν τις σχέσεις στον στρατό. Κρατούν λίγους μήνες, αλλά χτυπάει η καρδιά σου όταν τις θυμάσαι. Θέλω να πω ότι το θέατρο –πέρα από επιτυχίες και αποτυχίες– μου προσέφερε ένα συναισθηματικό αποκούμπι. Κι εκτός από τις μεγάλες παραγωγές, πάντα υπάρχει και μια μικρή όπως το «Κόκκινο».
– Ξεκινήσατε αρχές του ’70 από το Ελεύθερο Θέατρο, που έφερε μια φρέσκια ματιά στο θεατρικό τοπίο. Σαράντα χρόνια μετά, δεν μπήκατε στον πειρασμό να δοκιμάσετε πιο τολμηρά, πιο εναλλακτικά πράγματα;
— Είναι πολύ θλιβερό να γνωρίζεις μια μεγάλη γυναίκα με μίνι. Την επανάστασή μου την έκανα όταν έπρεπε. Το διαφορετικό σήμερα το κάνω με το βραβείο Χορν. Δίνω την ευκαιρία στα νέα παιδιά να κάνουν τις επιλογές τους στο θέατρο, χωρίς να πιέζονται οικονομικά για ένα διάστημα.
– Σας βαραίνει ο χρόνος;
— Κάνω τον άνετο, αλλά με τρομάζει ο χρόνος. Όχι ο θάνατος. Φοβάμαι τη φθορά του μυαλού και του σώματος.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου