Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Και λίγη μουσική για τις φωτεινές μέρες του Φεβρουαρίου

Υψωμένα χέρια - Του Νίκου Ξυδάκη


Οι εικόνες της Ελλάδας που κυκλοφορούν ανά την υφήλιο μέσω των ειδησεογραφικών πρακτορείων παρουσιάζουν μια χώρα κι ένα λαό σε ανθρωπιστική κρίση. Ένα λαό που εκλιπαρεί για ένα μπρόκολο και μια σακούλα πορτοκάλια στο κέντρο της πρωτεύουσας. Μια χώρα όπου ως μόνη παραγωγική δραστηριότητα παρουσιάζεται η συλλογή μεταλλικών απορριμμάτων από Ασιάτες πλανόδιους.
Δεν είναι η αλήθεια. Και δεν είναι ψέμα. Τι είναι, λοιπόν; Είναι όψεις της Ελλάδας, δεν είναι η Ελλάδα. Είναι μια συμβατική αποτύπωση, ένα υποκειμενικό μοντάζ, ένα πανόραμα συντεθειμένο από μερικότητες, το οποίο, ωστόσο, δεν είναι καθολικό. Η συμπαράθεση, η στατική συσσώρευση των μερών, δεν συνθέτει το δυναμικό όλον.
Ως δημοσιογράφοι, γνωρίζουμε ότι η ελκυστικότερη εικόνα πάντα, αλλά συχνά και η ελκυστικότερη αφήγηση, είναι αυτή που παράγει δράμα, συγκίνηση, που ερεθίζει το συναίσθημα, που προκαλεί εύκολες ερμηνείες και συνειρμούς: χέρια υψωμένα προς τα τρόφιμα - συνωστισμός - πείνα - Ελλάδα του χρέους - ανθρωπιστική κρίση. Η μιντιόσφαιρα απαιτεί διαρκώς τέτοιες ομιλούσες, μονοσήμαντες εικόνες· και ρεπορτάζ ή και αναλύσεις ακόμη, που εστιάζουν στο ανθρώπινο δράμα, στην προσωπική μεμονωμένη ιστορία, όχι στη γενικότερη εικόνα και στις πολλές όψεις της ζωής.
Οι Έλληνες δεν ποδοπατούνται για ένα μπρόκολο. Όμως  τα υψωμένα χέρια προς τα μπρόκολα στην πλατεία Βάθη υπήρξαν· δεν τα επινόησε ο φωτογράφος που τα φωτογράφιζε ούτε ο αγροτοπαραγωγός που τα μοίραζε. Και υψώθηκαν από ανάγκη, από την υπαρκτή ένδεια, από φόβο ενώπιον του σκοτεινού μέλλοντος, από το αλαφιασμένο ένστικτο αυτοσυντήρησης του ανθρώπου της μητρόπολης και από την άπληστη διάθεση του ανθρώπου που συμπεριφέρεται ως μόριο του όχλου.
Ας μην απαρνηθούμε τις εικόνες, ας μην τις υπερερμηνεύσουμε. Ας τις δούμε, όμως, σαν οιωνό για επερχόμενα και σαν ορόσημο: πού βρίσκεται το όριο θραύσεως της αντοχής, της αξιοπρέπειας, της έλλογης συμπεριφοράς. Τα υψωμένα χέρια δείχνουν ότι πλησιάζουμε επικίνδυνα αυτό το όριο.

Θουκυδίδη, Βιβλίο 3 - Μετάφραση


 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 70
  §1. Οι Κερκυραίοι, λοιπόν,  βρίσκονταν σε εμφύλια διαμάχη από τότε που ήρθαν σ’ αυτούς οι αιχμάλωτοι που είχαν συλληφθεί στις ναυμαχίες για την υπόθεση της Επιδάμνου αφού ελευθερώθηκαν από τους Κορίνθιους , φαινομενικά επειδή οι πρόξενοι έγιναν εγγυητές τους για οκτακόσια τάλαντα, στην πραγματικότητα όμως επειδή είχαν πειστεί να προσαρτήσουν την Κέρκυρα στους Κορίνθιους. Και αυτοί, πλησιάζοντας τον κάθε πολίτη χωριστά, ενεργούσαν για να κάνουν να αποστατήσει η πόλη από τους Αθηναίους.
  §2. Και όταν έφτασαν ένα Αθηναϊκό και ένα Κορινθιακό πλοίο που έφερναν πρέσβεις, αφού ήρθαν σε διαπραγματεύσεις, οι Κερκυραίοι  αποφάσισαν από τη μια να είναι σύμμαχοι με τους Αθηναίους σύμφωνα με την ισχύουσα συνθήκη, από την άλλη με τους Πελοποννήσιους φίλοι, όπως ακριβώς και νωρίτερα.
  §3. Και αυτοί οι άνδρες  (γιατί ήταν κάποιος Πειθίας εθελοντής  πρόξενος και ήταν αρχηγός του δημοκρατικού κόμματος) τον σύρουν στο δικαστήριο, λέγοντας ότι προσπαθεί να υποδουλώσει την Κέρκυρα στους Αθηναίους.
   §4. Αυτός αφού αθωώθηκε, έκανε αντιμήνυση στους πέντε πιο πλούσιους άνδρες από αυτούς, ισχυριζόμενος ότι κόβουν τα  υποστηλώματα των κλημάτων των αμπελιών από το ιερό έδαφος του Δία και του Αλκίνου.  Και ως πρόστιμο για κάθε υποστήλωμα επιβλήθηκε ένας στατήρας.
§5. Όταν αυτοί καταδικάστηκαν να πληρώσουν πρόστιμο και κάθονταν ως ικέτες στους ναούς εξαιτίας της βαριάς χρηματικής ποινής, για να πληρώσουν το πρόστιμο ύστερα από συμφωνία, ο Πειθίας (γιατί συνέβαινε να είναι και μέλος της βουλής)πείθει (τους Κερκυραίους) να χρησιμοποιήσουν το νόμο.
§6. Αυτοί, επειδή αποκλείονταν από το νόμο και συγχρόνως πληροφορούνταν ότι ο Πειθίας, όσο είναι μέλος της βουλής, πρόκειται να μεταπείσει το λαό να θεωρεί τους ίδιους φίλους και εχθρούς με τους Αθηναίους, συνωμότησαν και αφού πήραν μαχαίρια μπήκαν αιφνιδιαστικά στη βουλή και σκοτώνουν και τον Πειθία και περίπου άλλους εξήντα από τους βουλευτές και από τους ιδιώτες. Όμως μερικοί ομοϊδεάτες με τον Πειθία, λίγοι στον αριθμό, κατέφυγαν στην Αθηναϊκή τριήρη που βρισκόταν ακόμα εκεί.

Ø Ποιο ρήμα χρησιμοποιεί ο ιστορικός για να δηλώσει την αρχή του εμφυλίου πολέμου;
Ø Πώς οριζόταν κάποιος ως πρόξενος και ποιος ήταν ο ρόλος του;
Ø Να χαρακτηρίσετε το ήθος του Πειθία όπως διαγράφεται στο κείμενο.
Ø Με ποιους χρόνους δηλώνεται η δράση των ολιγαρχικών και γιατί επιλέγονται αυτοί οι χρόνοι;
Ø Ολίγοι, φίλοι, εχθροί: να γράψετε τα παραθετικά των επιθέτων στο ίδιο γένος, πτώση, αριθμό.
Ø Οφειλή, φήμη, ποίημα , τομή, ταμίας, εγγύηση, εξόφληση, λαβή, προϊστάμενος, αποστάτης, τύχη, είσοδος, τεμάχια. Με ποιες λέξεις του κειμένου σχετίζονται ετυμολογικά οι παραπάνω;
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 71.
§1. Αφού λοιπόν έκαναν αυτό και κάλεσαν σε συνέλευση τους Κερκυραίους, είπαν ότι αυτό ήταν το καλύτερο και ότι δε θα υποδουλώνονταν με κανένα τρόπο πια από τους Αθηναίους και στο εξής να μη δέχονται ούτε τους μεν ούτε τους δε παρά μόνο αν εμφανίζονταν με ένα πλοίο μένοντας ουδέτεροι, μεγαλύτερη όμως παρουσία πλοίων να τη θεωρούν εχθρική. Αφού μίλησαν ανάγκασαν τους Κερκυραίους να επικυρώσουν την πρότασή τους.
§2. Στέλνουν στο μεταξύ στην Αθήνα αμέσως πρέσβεις , για να εξηγήσουν σχετικά με όσα είχαν γίνει ότι τάχα τους συνέφερε και για να πείσουν αυτούς που είχαν καταφύγει εκεί να μην προβαίνουν σε καμιά εχθρική ενέργεια για να μην υπάρξει καμιά αντεκδίκηση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 72.
§1.  Όταν λοιπόν ήρθαν οι πρέσβεις, οι Αθηναίοι συνέβαλαν και τους πρέσβεις ως υποκινητές στάσης  και όσους έπεισαν και τους συγκέντρωσαν για ασφάλεια στην Αίγινα.
§2. Στο μεταξύ οι κύριοι της πολιτικής κατάστασης όταν ήρθε Κορινθιακή τριήρης και Λακεδαιμόνιοι πρέσβεις επιτίθενται κατά των δημοκρατικών και τους νίκησαν σε μάχη.
§3. Όταν ήρθε η νύχτα, οι δημοκρατικοί καταφεύγουν στην ακρόπολη και στα υψώματα της πόλης, και αφού συγκεντρώθηκαν εκεί εγκαταστάθηκαν και κατείχαν και το Υλλαικό λιμάνι. Και οι άλλοι κατέλαβαν την αγορά όπου κατοικούσαν οι περισσότεροι από αυτούς και το λιμάνι κοντά σ’ αυτή και που έβλεπε στην απέναντι στεριά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 73.
Την επόμενη μέρα και οι δύο παρατάξεις έκαναν μικροεπιθέσεις και έστελναν εδώ κι εκεί ανθρώπους στα χωράφια, προσκαλώντας τους δούλους και υποσχόμενοι ελευθερία. Και οι περισσότεροι από τους δούλους έφτασαν ως σύμμαχοι για τους δημοκρατικούς, ενώ οκτακόσιοι μισθοφόροι από τη στεριά για τους άλλους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 74
 §1. Κι αφού πέρασε μια μέρα, γίνεται πάλι μάχη και νικούν οι δημοκρατικοί εξαιτίας της ισχύος των θέσεων τους και επειδή είχαν αριθμητική ισχύ. Οι γυναίκες με τόλμη τους υποστήριξαν χτυπώντας από τα σπίτια με κεραμίδια και υπομένοντας την ταραχή σε αντίθεση προς τη γυναικεία φύση.
 §2. Όταν έγινε η υποχώρηση αργά το απόγευμα, επειδή φοβήθηκαν οι ολιγαρχικοί μήπως οι δημοκρατικοί, αφού κάνουν επίθεση, κυριεύσουν το ναύσταθμο με τον πρώτο αλαλαγμό της εφόδου και τους σκοτώσουν, βάζουν φωτιά στα σπίτια που ήταν γύρω-γύρω από την αγορά και στα σπίτια όπου μένουν πολλές οικογένειες, για να μην υπάρχει οδό προσέγγισης,  χωρίς να λυπούνται ούτε τα δικά τους ούτε τα ξένα σπίτια, ώστε και πολλά πράγματα εμπόρων κάηκαν και η πόλη κινδύνευε να καταστραφεί στο σύνολό της, αν άνεμος φυσούσε τη φωτιά με κατεύθυνση προς την πόλη .
§3. Και αυτοί όταν σταμάτησαν τη μάχη, καθώς και τα δύο στρατόπεδα απείχαν από πολεμικές ενέργειες, βρίσκονταν σε επιφυλακή. Και το Κορινθιακό πλοίο, όταν είχαν επικρατήσει οι δημοκρατικοί ανοιγόταν με προφυλάξεις στο ανοιχτό πέλαγος και οι περισσότεροι από τους μισθοφόρους μεταφέρθηκαν κρυφά στην απέναντι στεριά.

Ø Ποιες συνέπειες του πολέμου διαφαίνονται στο κεφάλαιο αυτό;
Ø  Δήμος: να γράψετε 10 παράγωγα ή σύνθετα(ουσιαστικά ή επίθετα) στη νέα ελληνική.
Ø Να γράψετε τις δοτικές του κειμένου και να χαρακτηρίσετε τη συντακτική τους θέση.
 Κεφάλαιο 75
Και την επόμενη μέρα ο Νικόστρατος ο γιος του Διειτρέφη, στρατηγός των Αθηναίων, καταφθάνει από τη Ναύπακτο σε βοήθεια με δώδεκα πλοία και πεντακόσιους Μεσσήνιους οπλίτες. Διαπραγματευόταν μια συμφωνία και τους πείθει να συμφωνήσουν μεταξύ τους αφενός να δικάσουν δέκα άνδρες, τους κυρίους υπαίτιους, οι οποίοι δεν έμειναν από εκεί και ύστερα στην Κέρκυρα, αφετέρου οι άλλοι να παραμείνουν εκεί αφού υπογράψουν συνθήκη μεταξύ τους και με τους Αθηναίους με τον όρο να θεωρούν τους ίδιους εχθρούς και φίλους. Κι εκείνος αφού έκανε αυτά ήταν έτοιμος να αποπλεύσει.
Τότε οι αρχηγοί των δημοκρατικών τον πείθουν να αφήσει σ’ αυτούς πέντε πλοία από τα δικά του, για να είναι οι αντίπαλοι σε πιο μειονεκτική θέση, αν εκδηλωνόταν κίνημα και υπόσχονται ότι οι ίδιοι θα στείλουν μαζί του ισάριθμα πλοία,  αφού τα επανδρώσουν με δικά τους πληρώματα. Και εκείνος συμφώνησε, αυτοί όμως ενέγραφαν στους καταλόγους (ως πληρώματα) για τα δικά τους πλοία τους εχθρούς. Επειδή όμως εκείνοι φοβήθηκαν μήπως σταλούν στην Αθήνα, κάθονται ως ικέτες στο ναό των Διοσκούρων. Και ο Νικόστρατος προσπαθούσε να τους σηκώσει και τους εμψύχωνε.
Καθώς όμως δεν τους έπειθε, οι δημοκρατικοί, αφού οπλίστηκαν γι’ αυτό το λόγο, επειδή δηλαδή κατά τη γνώμη τους αυτοί δεν είχαν καθόλου καλό σκοπό στο μυαλό τους με τη δυσπιστία τους να μη θέλουν να αποπλεύσουν μαζί με το Νικόστρατο, πήραν από τα σπίτια (των εχθρών) τα όπλα τους και θα σκότωναν μερικούς από αυτούς που συνάντησαν, αν δεν τους εμπόδιζε ο Νικόστρατος. Καθώς λοιπόν οι άλλοι έβλεπαν αυτά που γίνονταν, κάθονται ως ικέτες στο Ηραίο και γίνονται όχι λιγότεροι από τετρακόσιοι. Οι δημοκρατικοί τότε επειδή φοβήθηκαν μήπως δημιουργήσουν κάποια αναταραχή, τους σηκώνουν αφού τους έπεισαν και τους μεταφέρουν στο νησί μπροστά στο Ηραίο και εκεί έστελναν σε αυτούς τα προς το ζην αναγκαία.   
 Γ, 76
Ενώ λοιπόν η αναταραχή βρισκόταν σε αυτό το σημείο, την τέταρτη ή πέμπτη μέρα μετά τη μεταφορά των ανδρών στο νησί καταφθάνουν (στην Κέρκυρα) τα πλοία των Πελοποννησίων από την Κυλλήνη, πενήντα τρία, τα οποία ήταν αγκυροβολημένα μετά την επιστροφή τους από την Ιωνία. Και αρχηγός τους ήταν ο Αλκίδας, ο οποίος βέβαια ήταν αρχηγός τους και νωρίτερα και ως σύμβουλός του ταξίδευε πάνω στο πλοίο ο Βρασίδας. Και αφού προσορμίστηκαν στα Σύβοτα, που είναι λιμάνι της ηπειρωτικής χώρας, μόλις άρχιζε να ξημερώνει έπλεαν εναντίον της Κέρκυρας.
77. Εκείνοι τότε, από τη μεγάλη τους σύγχυση και επειδή είχαν φοβηθεί αυτά που συνέβαιναν στην πόλη και τη ναυτική επίθεση, ετοίμαζαν εξήντα πλοία, και ταυτόχρονα όσα πλοία επάνδρωναν κάθε φορά τα έστελναν εναντίον των εχθρών, αν και οι Αθηναίοι τους συμβούλευαν να αφήσουν αυτούς να εκπλεύσουν πρώτοι και αργότερα να ακολουθήσουν εκείνοι με όλο μαζί το στόλο τους. Και όταν τα πλοία τους βρίσκονταν κοντά στους εχθρούς σκορπιστά εδώ κι εκεί, δυο κατέφυγαν αμέσως στις τάξεις του αντιπάλου, ενώ σε άλλα τα πληρώματα συγκρούονταν μεταξύ τους, και επικρατούσε μεγάλη αταξία σε όσα γίνονταν. Οι Πελοποννήσιοι τότε μόλις είδαν την αναταραχή, παρατάχθηκαν με είκοσι πλοία εναντίον των Κερκυραίων, ενώ με τα υπόλοιπα εναντίον των δώδεκα πλοίων των Αθηναίων, μεταξύ των οποίων τα δύο ήταν η Σαλαμινία και η Πάραλος.
 Κεφάλαιο 78
Και οι Κερκυραίοι επειδή έκαναν επιθέσεις χωρίς τάξη και με σχηματισμούς πλοίων δεινοπαθούσαν. Οι Αθηναίοι επειδή φοβούνταν το μεγάλο αριθμό των εχθρικών πλοίων και την περικύκλωση (από τους εχθρούς), δεν έκαναν επίθεση στα πλοία που είχαν παραταχθεί εναντίον τους στο σύνολό τους ούτε στο μέσο τους, αλλά αφού επιτέθηκαν στα πλάγια βυθίζουν ένα πλοίο. Και μετά από αυτά εκείνοι παρατάχθηκαν κυκλικά και (οι Αθηναίοι) έπλεαν γύρω γύρω και προσπαθούσαν να φέρουν σύγχυση. Επειδή το κατάλαβαν αυτοί που αντιμετώπιζαν τους Κερκυραίους και επειδή φοβήθηκαν μήπως συμβεί αυτό που έγινε στη Ναύπακτο, σπεύδουν να βοηθήσουν, και αφού συγκεντρώθηκαν όλα τα πλοία έκαναν ταυτόχρονα τη ναυτική επίθεση εναντίον των Αθηναίων. Εκείνοι τότε πια υποχωρούσαν κωπηλατώντας προς τα πίσω και ταυτόχρονα ήθελαν να προλάβουν να καταφύγουν τα πλοία (των Κερκυραίων) στο λιμάνι όσο το δυνατό γρηγορότερα, καθώς οι ίδιοι υποχωρούσαν αργά και οι εχθροί είχαν ταχθεί εναντίον τους.
Η ναυμαχία λοιπόν είχε τέτοια εξέλιξη και τελείωσε με τη δύση του ήλιου.
Κεφάλαιο 79
Και επειδή οι Κερκυραίοι φοβήθηκαν μήπως οι εχθροί πλεύσουν εναντίον της πόλης τους με την πεποίθηση ότι είναι νικητές, είτε τους πάρουν πίσω από το νησί τους εκτοπισμένους ή δημιουργήσουν κάποια άλλη αναταραχή, μετέφεραν πίσω στο Ηραίο τους εκτοπισμένους από το νησί και φρουρούσαν την πόλη τους. Εκείνοι ωστόσο, αν και νικητές στη ναυμαχία δεν τόλμησαν να πλεύσουν εναντίον της πόλης, αλλά απέπλευσαν με δεκατρία πλοία των Κερκυραίων προς την ηπειρωτική χώρα, από όπου ακριβώς ανοίχτηκαν στο πέλαγος. Και την επόμενη μέρα δεν έκαναν και πάλι επίθεση εναντίον της πόλης, παρόλο που οι Κερκυραίοι ήταν σε μεγάλη σύγχυση και φόβο, και όπως λέγεται, μολονότι ο Βρασίδας παρακινούσε τον Αλκίδα (για επίθεση), χωρίς ωστόσο να έχει ίση ψήφο. Αφού όμως αποβιβάστηκαν στο ακρωτήριο Λευκίμμη, ερήμωναν τα χωράφια.
 Κεφάλαιο 80
Στο μεταξύ οι δημοκρατικοί Κερκυραίοι, επειδή πανικοβλήθηκαν μήπως πλεύσουν εναντίον τους τα πλοία (των Πελοποννησίων), έρχονταν σε διαπραγματεύσεις με τους ικέτες και με τους άλλους για το πώς θα σωθεί η πόλη, και έπεισαν μερικούς από αυτούς να επιβιβαστούν στα πλοία. Παρόλα αυτά πράγματι επάνδρωσαν τριάντα, επειδή περίμεναν την επίθεση (των πλοίων των Πελοποννησίων).
Οι Πελοποννήσιοι ωστόσο, αφού κατέστρεψαν τη χώρα ως το μεσημέρι, απέπλευσαν και μέσα στη νύχτα τους αναγγέλθηκε με φωτεινά σήματα ότι πλησίαζαν εξήντα πλοία των Αθηναίων από τη Λευκάδα. Έστειλαν λοιπόν οι Αθηναίοι αυτά και διοικητή αυτών τον Ευρυμέδοντα το γιο του Θουκλή, επειδή πληροφορούνταν την αναταραχή και ότι ο στόλος του Αλκίδα επρόκειτο να πλεύσει εναντίον της Κέρκυρας.
 Κεφάλαιο 81
Οι Πελοποννήσιοι λοιπόν τη νύχτα αναχωρούσαν αμέσως προς την πατρίδα τους κοντά στη στεριά και αφού μετέφεραν πλοία πάνω από τον ισθμό της Λευκάδας, για να μη γίνουν αντιληπτοί κάνοντας το γύρο, απομακρύνονται.
Οι Κερκυραίοι εξάλλου, όταν έπαιρναν είδηση ότι τα αθηναϊκά πλοία πλησίαζαν και τα πλοία των εχθρών είχαν αναχωρήσει, πήραν και οδήγησαν στην πόλη τους Μεσσήνιους που πρωτύτερα ήταν έξω (από αυτή), και αφού διέταξαν τα πλοία που επάνδρωσαν να πλεύσουν ολόγυρα (και να πάνε) στο Υλλαικό λιμάνι, καθώς αυτά περιφέρονταν, αν έπιαναν κάποιον από τους εχθρούς, τον σκότωναν. Και αποβιβάζοντας από τα πλοία όσους έπεισαν να επιβιβαστούν, τους σκότωναν. Και πήγαν στο Ηραίο κι έπεισαν περίπου πενήντα άνδρες από τους ικέτες ότι οφείλουν να δικαστούν και τους καταδίκασαν όλους σε θάνατο. Οι περισσότεροι όμως από τους ικέτες, όσοι δεν πείστηκαν, καθώς έβλεπαν αυτά που γίνονταν, σκότωναν ο ένας τον άλλο εκεί, μέσα στο ναό, και μερικοί απαγχονίζονταν από τα δέντρα, ενώ άλλοι τελείωναν τη ζωή τους όπως μπορούσε ο καθένας. Και για εφτά ημέρες, όσο έμεινε μετά την άφιξή του ο Ευρυμέδοντας με τα εξήντα πλοία, οι Κερκυραίοι σκότωναν όσους από τους ίδιους θεωρούσαν ότι ήταν εχθροί τους, αποδίδοντας βέβαια την ευθύνη σε αυτούς που προσπαθούσαν να καταλύσουν τη δημοκρατία. Εντούτοις σκοτώθηκαν μερικοί και εξαιτίας προσωπικής έχθρας και άλλοι σκοτώθηκαν από τους οφειλέτες τους για χρήματα που τους οφείλονταν. Και ο θάνατος παρουσιάστηκε σε όλες τους τις μορφές, και από ό,τι συνηθίζεται να γίνεται σε παρόμοιες περιστάσεις τίποτα δεν υπάρχει που να μην έγινε και ακόμα χειρότερα. Και μάλιστα σκότωνε ο πατέρας το γιο και (μερικοί ικέτες) απομακρύνονταν βίαια από τα ιερά και σκοτώνονταν κοντά σε αυτά, μερικοί άλλοι κλείστηκαν ολόγυρα με τοίχο και πέθαναν μέσα στο ναό του Διονύσου.